Κρίσιμη Σύνοδος Τραμπ – Πούτιν στην Αλάσκα για τον πόλεμο στην Ουκρανία

Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ συναντάται στις 22:00 (ώρα Ελλάδας) με τον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν στην Αλάσκα, σε μια σύνοδο κορυφής υψηλού ρίσκου, που θα μπορούσε να καθορίσει όχι μόνο την πορεία του πολέμου στην Ουκρανία αλλά και το μέλλον της ευρωπαϊκής ασφάλειας.
Η συνάντηση δίνει στον Τραμπ την ευκαιρία να αποδείξει παγκοσμίως ότι είναι τόσο ένας δεινός διαπραγματευτής όσο και ειρηνοποιός. Ο ίδιος και οι υποστηρικτές του τον παρουσιάζουν ως ηγέτη βαρύνουσας σημασίας που μπορεί να δώσει τέλος στη σφαγή, κάτι που παλαιότερα ισχυριζόταν πως μπορούσε να κάνει «σε 24 ώρες». Για τον Πούτιν, η σύνοδος με τον Τραμπ αποτελεί ευκαιρία που επιδιώκει εδώ και καιρό, ώστε να διαπραγματευτεί συμφωνία που θα κατοχυρώνει τα ρωσικά εδαφικά κέρδη, θα μπλοκάρει τη διεκδίκηση ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και, εν τέλει, θα επαναφέρει το Κίεβο στη ρωσική σφαίρα επιρροής.
Σύμφωνα με το Associated Press, υπάρχουν σοβαροί κίνδυνοι για τον Τραμπ. Με το να προσκαλέσει τον Πούτιν σε αμερικανικό έδαφος, προσφέρει στον Ρώσο ηγέτη τη διεθνή νομιμοποίηση που επιθυμεί μετά την απομόνωσή του εξαιτίας της εισβολής στην Ουκρανία πριν από 3,5 χρόνια. Η απουσία του Ουκρανού Προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι από τη σύνοδο συνιστά ισχυρό πλήγμα στη δυτική πολιτική «τίποτα για την Ουκρανία χωρίς την Ουκρανία» και δημιουργεί τον κίνδυνο να συμφωνηθεί μια λύση που το Κίεβο δεν αποδέχεται.
Η επιτυχία μόνο δεδομένη δεν είναι, καθώς οι θέσεις Μόσχας και Κιέβου απέχουν σημαντικά. Ο Πούτιν απορρίπτει διαρκώς το ενδεχόμενο προσωρινής εκεχειρίας, συνδέοντάς την με τη διακοπή της δυτικής στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία και το πάγωμα των επιστρατεύσεων – απαιτήσεις που το Κίεβο και οι σύμμαχοί του απορρίπτουν.
Ο Τραμπ δήλωσε την Πέμπτη ότι υπάρχει 25% πιθανότητα αποτυχίας της συνόδου, ενώ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο, εφόσον υπάρξει πρόοδος, να ακολουθήσει τριμερής συνάντηση με τον Ζελένσκι στην Αλάσκα – κάτι που η Ρωσία δεν έχει αποδεχθεί. Όταν ρωτήθηκε στο Άνκορατζ για την εκτίμηση Τραμπ περί 25% αποτυχίας, ο Ρώσος ΥΠΕΞ Σεργκέι Λαβρόφ απάντησε ότι η Ρωσία «ποτέ δεν προγραμματίζει εκ των προτέρων». «Γνωρίζουμε πως έχουμε επιχειρήματα και μια σαφή, κατανοητή θέση. Θα την παρουσιάσουμε», δήλωσε σε βίντεο που ανάρτησε το ρωσικό ΥΠΕΞ στο Telegram.
Ο Τραμπ δήλωσε σε ραδιοφωνική του συνέντευξη στο Fox News ότι δεν γνωρίζει αν θα επιτευχθεί «άμεση εκεχειρία», αλλά επιθυμεί μια ευρεία ειρηνευτική συμφωνία σύντομα. Αυτό φέρνει τον λόγο του κοντά στη ρητορική Πούτιν, που από καιρό ζητά συνολική λύση με βάση τα ρωσικά αιτήματα και όχι προσωρινή παύση των συγκρούσεων. Το Κρεμλίνο ανακοίνωσε ότι οι δύο ηγέτες θα έχουν αρχικά κατ’ ιδίαν συνάντηση, στη συνέχεια συνομιλίες με τις αντιπροσωπείες τους και κατόπιν εργάσιμο πρόγευμα. Τέλος, θα ακολουθήσει κοινή συνέντευξη Τύπου.
Ο Τραμπ έχει δώσει αντικρουόμενες δηλώσεις για τους στόχους του. Μίλησε για «συνάντηση αναγνωριστικού χαρακτήρα», αλλά ταυτόχρονα προειδοποίησε για «πολύ σοβαρές συνέπειες» εάν ο Πούτιν δεν συμφωνήσει στον τερματισμό του πολέμου. Δήλωσε, επίσης, πως ενώ ο Πούτιν εκφοβίζει άλλους ηγέτες, «δεν θα παίξει μαζί μου». Οι δηλώσεις του Τραμπ περί «ανταλλαγής εδαφών» έχουν προκαλέσει απογοήτευση σε Ουκρανία και Ευρωπαίους συμμάχους, ενισχύοντας την καχυποψία λόγω του παρελθόντος του με τον Πούτιν.
Ο Ίαν Κέλι, πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στη Γεωργία, σχολίασε: «Δεν υπάρχει κανένα όφελος για τις ΗΠΑ, μόνο για τον Πούτιν. Το καλύτερο σενάριο είναι να μη συμβεί τίποτα. Το χειρότερο είναι να πιέσει ο Τραμπ τον Ζελένσκι να υποχωρήσει». Ο Τζορτζ Μπίμπι, πρώην διευθυντής ανάλυσης Ρωσίας στη CIA και νυν συνεργάτης του Quincy Institute, δήλωσε πως υπάρχει σοβαρός κίνδυνος λανθασμένων προσδοκιών ή παρερμηνειών, καθώς η σύνοδος οργανώθηκε βιαστικά. Ωστόσο, πρόσθεσε ότι «ο Τραμπ δεν θα πήγαινε αν δεν πίστευε πως έχει πιθανότητες να υπάρξει συγκεκριμένο αποτέλεσμα».
Ο Ζελένσκι έχει επανειλημμένα εκφράσει αμφιβολίες για την ειλικρίνεια του Πούτιν, ενώ οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί του υπογραμμίζουν ότι η Ουκρανία πρέπει να συμμετέχει σε κάθε διαπραγμάτευση. Στη Μόσχα, πολιτικοί αναλυτές εκφράζουν ικανοποίηση για τον αποκλεισμό της Ουκρανίας και της Ευρώπης από τη σύνοδο. Ο φιλο-Κρεμλινικός Ντμίτρι Σούσλοφ δήλωσε πως η σύνοδος ίσως «βαθύνει το ρήγμα με την Ευρώπη και αποδυναμώσει τη θέση της ως βασικού αντιπάλου της Ρωσίας».
Η σύνοδος ενδέχεται να έχει παγκόσμιες επιπτώσεις
Καθ’ οδόν προς την Αλάσκα την Πέμπτη, ο Πούτιν σταμάτησε στο Μαγκαντάν, στη ρωσική Άπω Ανατολή, όπως μετέδωσε το πρακτορείο Interfax. Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, δήλωσε πως η επίσκεψη περιλάμβανε συναντήσεις με τοπικούς αξιωματούχους και στάση σε μνημείο Β’ Παγκοσμίου Πολέμου προς τιμήν της σοβιετο-αμερικανικής αεροπορικής συνεργασίας. Ξένες κυβερνήσεις παρακολουθούν στενά πώς θα συμπεριφερθεί ο Τραμπ στον Πούτιν, προσπαθώντας να αντλήσουν συμπεράσματα για τις δικές τους μελλοντικές σχέσεις με τον Αμερικανό πρόεδρο, ο οποίος ακολουθεί προσωπικό, συναλλακτικό στυλ διπλωματίας.
Η συνάντηση πραγματοποιείται ενώ ο πόλεμος έχει προκαλέσει βαριές απώλειες και στις δύο πλευρές. Η Ουκρανία, παρότι άντεξε περισσότερο απ’ ό,τι αναμενόταν από την εισβολή του 2022, προσπαθεί να συγκρατήσει τον πολυάριθμο ρωσικό στρατό, με συνεχή βομβαρδισμό των πόλεων και μάχες σε μέτωπο άνω των 1.000 χιλιομέτρων. Η Άντρεα Κένταλ-Τέιλορ, του Κέντρου για τη Νέα Αμερικανική Ασφάλεια, δήλωσε πως χώρες όπως η Κίνα, το Ιράν και η Βόρεια Κορέα θα παρακολουθούν τη στάση του Τραμπ για να διαπιστώσουν αν «οι απειλές του προς τον Πούτιν είναι πράγματι αξιόπιστες ή αν, όπως στο παρελθόν, κάνει πίσω και αποφεύγει την πίεση που υπόσχεται να ασκήσει».
Παρά τις αντιδράσεις για την επιλογή της Αλάσκας, ο Τραμπ δήλωσε πως θεωρεί «πολύ ένδειξη σεβασμού» το γεγονός ότι ο Πούτιν έρχεται στις ΗΠΑ αντί να γίνει η συνάντηση στη Ρωσία. Ο αναλυτής Σεργκέι Μάρκοφ, από τη Μόσχα, σχολίασε ότι η Αλάσκα ως τόπος συνόδου «υπογραμμίζει την απομάκρυνση από την Ευρώπη και την Ουκρανία».
Η συνάντηση πραγματοποιείται σε στρατιωτική βάση, προσφέροντας αυξημένη ασφάλεια και αποφυγή διαδηλώσεων. Ωστόσο, η επιλογή φέρει και ιστορικό βάρος, καθώς η Αλάσκα αγοράστηκε από τη Ρωσία το 1867 και στο κοντινότερο σημείο της απέχει μόλις 5 χιλιόμετρα από τη ρωσική ακτή. Η βάση Joint Base Elmendorf-Richardson διαδραμάτισε κρίσιμο ρόλο στον Ψυχρό Πόλεμο, και μέχρι σήμερα αμερικανικά αεροσκάφη απογειώνονται από εκεί για να αναχαιτίσουν ρωσικά αεροπλάνα που εισέρχονται στον εναέριο χώρο των ΗΠΑ.